Αφού η αποτυχία της ήρθε κατακέφαλα στο Joy, η Αφροδίτη Γραμμέλη αποφάσισε για προσωπικούς λόγους όπως προφασίστηκε να αποχωρήσει και επέστρεψε περιχαρής σε αυτό που ξέρει να κάνει καλά.
Να κριτικάρει τα τηλεοπτικά προγράμματα, άλλες φορές σε σωστή βάση κι άλλες φορές απλά γιατί μπορεί να θεωρεί ότι η άποψή της είναι σημαντική για κάποιους ανθρώπους, ακόμα και χωρίς επιχειρήματα.
Η κριτική της για το Όλα Παίζουν στην στήλη της στο Βήμα ανήκει στην πρώτη κατηγορία σαφέστατα.
«Χρειάστηκε περίπου ένα τηλεοπτικό τέταρτο για να αναλυθεί από τέσσερις παρουσιαστές το γεγονός ότι σε μια φωτογραφία από νυχτερινή έξοδο κάποιων σελέμπριτις στα μπουζούκια φαινόταν μια γυναικεία πατούσα. Δεν αστειεύομαι. Συνέβη αυτό ακριβώς. Την Τετάρτη 7 Ιανουαρίου στον Alpha, στην εκπομπή «Ολα παίζουν».
Για καλή μας τύχη - τώρα αστειεύομαι -, μάρτυρας του συμβάντος ήταν και μία εκ των παρουσιαστριών, η Κατερίνα Καινούργιου, η οποία το επιβεβαίωσε και κατέθεσε ενώπιον τηλεοπτικής κάμερας τα όσα είδε εκείνο το βράδυ στα πέριξ της πίστας. Το συγκεκριμένο γεγονός ήταν μάλιστα τόσο σημαντικό που αναλύθηκε διεξοδικά και από το συγγενές «Πρωινό» στον ΑΝΤ1.
Καμία έκπληξη. Αυτό είναι λίγο-πολύ το περιεχόμενο των περισσότερων ψυχαγωγικών εκπομπών της ελληνικής τηλεόρασης τα τελευταία χρόνια. Μια πατούσα στα μπουζούκια, μια τρέσα στον καθρέφτη, ένα πεντικιούρ στο Instagram. Ειδικά σε ό,τι αφορά την εκπομπή του Alpha η απουσία ευφυούς και ευφάνταστου διασκεδαστικού περιεχομένου είναι κάτι παραπάνω από οφθαλμοφανής.
Θα μπορούσε βέβαια κάποιος να ισχυριστεί ότι το κενό του κωμικού καλύπτεται από την εικόνα των τριών παρουσιαστριών με τη μία να ανταγωνίζεται την άλλη στην υπερβολή στο ντύσιμο και στο μακιγιάζ. Νέες, όμορφες γυναίκες χαμένες στη ματαιοδοξία του εκάστοτε στυλίστα και της ατέρμονης επιθυμίας να δείχνουν καταμεσήμερο σέξι με όρους άγριας νύχτας.
Το πρόβλημα όμως του «Όλα παίζουν» είναι βαθύτερο και ξεκινά από τη σχέση των παρουσιαστών μεταξύ τους. Αρκεί κάποιος να τους παρατηρήσει την ώρα που δεν έχουν τον λόγο. Οι παύσεις και οι σιωπές είναι ο καλύτερος καθρέφτης του πλατό και της σκηνής.
Η Μπέττυ Μαγγίρα μονίμως δυσανασχετεί, η Αλέκα Καμηλά είναι αμήχανη και η Κατερίνα Καινούργιου νομίζει ότι απέναντί της είναι ένας καθρέφτης. Και ο Γιώργος Λιανός; Εδώ είναι το μεγάλο δράμα. Σε πλήρη απόγνωση ο μοναδικός άνδρας της εκπομπής δεν ξέρει πού να κοιτάξει και τι να πει.
Ουσιαστικά δείχνει να προσπαθεί να διαχειριστεί αυτό που τον βρήκε. Χαντακώνεται το ταλέντο του, το οποίο ομολογουμένως έχει φανεί στο παρελθόν και είναι κρίμα να χάνεται. Ολο αυτό φυσικά πλασάρεται στον τηλεθεατή ως μια τηλεοπτική παρέα τύπου «περνάμε τέλεια και είμαστε μια υπέροχη παρέα».
Ένα δεύτερο εξίσου σημαντικό μειονέκτημα της εκπομπής είναι η θεματολογία της. Αναμασά βαρετά, ανόρεκτα, τις ίδιες ανόητες πληροφορίες που «μηρυκάζουν» τα πρωινά πάνελ: Τι έγινε στις άλλες εκπομπές και στον μικρόκοσμο της σόουμπιζ. Τι φοράει η Ντορέττα Παπαδημητρίου στον ύπνο και πώς είναι τα εσώρουχα της Φαίης Σκορδά.
Η ανοησία και η εσωστρέφεια της τηλεόρασης σε όλο τους το «μεγαλείο». Κανένα άνοιγμα στον κόσμο, κανένα παράθυρο σε αυτό που συμβαίνει γύρω μας, καμία επαφή με την πραγματικότητα. Τι φόρεσε η μία, τι είπε η άλλη, πώς της απάντησε η «παράλλη», τι τουίταραν ο τάδε και ο δείνα.
Το «Όλα παίζουν» δεν είναι ψυχαγωγική εκπομπή διότι πολύ απλά ο στόχος δεν είναι να διασκεδάζουν οι συντελεστές μεταξύ τους αλλά οι τηλεθεατές που τους παρακολουθούν.
Είναι ένα κακέκτυπο του «Δέστε τους» με λάθος συνταγή και παρουσιαστές που προσπαθούν αλλά δεν μπορούν ούτε καν να πλησιάσουν το βιτριολικό χιούμορ του Νίκου Μουτσινά και τη χημεία του με τη Μαρία Ηλιάκη. Είναι μία ακόμη εκπομπή που πολύ εύκολα θα ξεχάσουμε και που δεν θα έχει αφήσει κανένα αποτύπωμα. Και γιατί άλλωστε;»