Υπό τον κίνδυνο της ανέχειας 892.763 νοικοκυριά το 2013 - Στα 9.303 ευρώ το μέσο ετήσιο ατομικό εισόδημα - Η παιδική φτώχεια (0-17 ετών) «αγγίζει» το 30% - Ποιες πληθυσμιακές ομάδες αδυνατούν να εξασφαλίσουν ακόμα και τα βασικά για τη διατροφή και τη θέρμανση.
Οικονομικές δυσκολίες αντιμετωπίζουν τα ελληνικά χωριά στα χρόνια της κρίσης και αυτό αποτυπώνεται και στους αριθμούς...Η ετήσια έρευνα εισοδήματος και συνθηκών διαβίωσης στη χώρα μας, από την ΕΛΣΤΑΤ, καταγράφει την επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης και του βιοτικού επιπέδου στην Ελλάδα από το 2010 έως το 2013.
Σύμφωνα με την έρευνα, το ποσοστό πληθυσμού που αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες και στερείται βασικά αγαθά από τη θέρμανση της κατοικίας του, το πλυντήριο ρούχων, τη δυνατότητα να πληρώσει λογαριασμούς, ή ακόμα και ελλείψεις στη διατροφή του (κρέας ή ψάρι) ξεπέρασε το 20%.
Αυτοί που πλήττονται ιδιαίτερα είναι οι ηλικιωμένοι άνω των 65 ετών.
Η έρευνα αποτελεί τη βασική πηγή αναφοράς των συγκριτικών στατιστικών για την κατανομή του εισοδήματος και τον κοινωνικό αποκλεισμό.
Τα σημαντικότερα συμπεράσματα είναι τα εξής:
Α. Πληθυσμός σε κίνδυνο φτώχειας
Το κατώφλι της φτώχειας ανέρχεται στο ποσό των 5.023 ευρώ ετησίως ανά άτομο και σε 10.547 ευρώ για νοικοκυριά με δύο ενήλικες και δύο εξαρτώμενα παιδιά ηλικίας κάτω των 14 ετών.
Το έτος 2013, το 23,1% του συνολικού πληθυσμού της χώρας ήταν σε κίνδυνο φτώχειας, όταν το όριο φτώχειας ορίζεται στο 60% του διάμεσου συνολικού ισοδύναμου εισοδήματος του νοικοκυριού.
- Το μέσο ετήσιο ατομικό ισοδύναμο εισόδημα ανέρχεται σε 9.303 ευρώ και το μέσο ετήσιο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών της χώρας σε 16.170 ευρώ.
- Τα νοικοκυριά που βρίσκονται σε κίνδυνο φτώχειας εκτιμώνται σε 892.763 και τα μέλη τους σε 2.529.005.
B. Βασικές διαπιστώσεις
- Ο κίνδυνος φτώχειας για παιδιά ηλικίας 0-17 ετών (παιδική φτώχεια) ανέρχεται σε 28,8% και είναι υψηλότερος κατά 5,7 ποσοστιαίες μονάδες από το αντίστοιχο ποσοστό του συνολικού πληθυσμού.
- Ο κίνδυνος φτώχειας για άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών ανέρχεται σε 15,1% και είναι μειωμένος κατά 2,1 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2012.
- Ο πληθυσμός που διαβιεί σε νοικοκυριά που δεν εργάζεται κανένα μέλος ή εργάζεται λιγότερο από τρεις μήνες, συνολικά, το έτος, ανέρχεται σε 1.200.800 άτομα ή σε 19.6% του πληθυσμού ηλικίας 18-59 ετών, ενώ το προηγούμενο έτος (2012) ανερχόταν σε 1.010.900 άτομα.
- Το ποσοστό του πληθυσμού που απειλείται από τη φτώχεια ως προς το σύνολο του πληθυσμού για κάθε μία από τις παρακάτω ομάδες είναι:
■ Άνδρες άνεργοι (50,7%)
■ Μονογονεϊκά νοικοκυριά με, τουλάχιστον ένα, εξαρτώμενο παιδί (37,2%)
■ Λοιποί μη οικονομικά ενεργοί (εκτός συνταξιούχων (30.3%)
■ Παιδιά ηλικίας 0-17 ετών (28,8%)
■ Νοικοκυριά με έναν ενήλικα ηλικίας κάτω των 65 ετών (24,4%)
■ Μονοπρόσωπα νοικοκυριά με μέλος θήλυ (22,9%)
- Ο πληθυσμός σε κίνδυνο φτώχειας ή κοινωνικό αποκλεισμό ανέρχεται σε 3.903.800 άτομα ή σε 35,7% του συνόλου του πληθυσμού (το έτος 2012 ήταν 3.795.100 άτομα).
• Ο κίνδυνος φτώχειας μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις, υπολογιζόμενος με κατώφλια διάφορα του 60% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος, ανέρχεται σε:
■ 11,1%, αν το κατώφλι οριστεί στο 40% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος,
■ 16,6%, αν το κατώφλι οριστεί στο 50% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος και
■ 31,4%, αν το κατώφλι οριστεί στο 70% του διάμεσου συνολικού διαθέσιμου ισοδύναμου εισοδήματος, αντίστοιχα.
Γ. Κοινωνικές μεταβιβάσεις και κίνδυνος φτώχειας
- Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας πριν απ' όλες τις κοινωνικές μεταβιβάσεις (δηλαδή μη συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών επιδομάτων και των συντάξεων στο συνολικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών) ανέρχεται σε 53,4%, ενώ, όταν περιλαμβάνονται μόνο οι συντάξεις και όχι τα κοινωνικά επιδόματα, μειώνεται στο 28,0%.
Το ανωτέρω ποσοστό μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις ανέρχεται σε 23,1%.
- Τα κοινωνικά επιδόματα συμβάλλουν στη μείωση του ποσοστού της φτώχειας κατά 4,9 ποσοστιαίες μονάδες.
- Οι συντάξεις συμβάλλουν στη μείωση του ποσοστού της φτώχειας κατά 25,4 ποσοστιαίες μονάδες.
- Το σύνολο των κοινωνικών μεταβιβάσεων μειώνει το ποσοστό της φτώχειας κατά 30,3 ποσοστιαίες μονάδες.
- Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας πριν απ' όλες τις κοινωνικές μεταβιβάσεις (δηλαδή μη συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών επιδομάτων και των συντάξεων στο συνολικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών) εκτιμάται σε 89,5% για άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω, ενώ πριν τα κοινωνικά επιδόματα (συμπεριλαμβανομένων των συντάξεων) εκτιμάται στο 19,2%.
- Ο κίνδυνος φτώχειας πριν από όλες τις κοινωνικές μεταβιβάσεις για άτομα ηλικίας 18-64 ετών (μη συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών επιδομάτων και των συντάξεων στο διαθέσιμο εισόδημα) γι' αυτή την ομάδα ηλικιών, εκτιμάται στο 45,8%, ενώ, όταν δεν συμπεριλαμβάνονται τα κοινωνικά επιδόματα αλλά συμπεριλαμβάνονται οι συντάξεις στο διαθέσιμο εισόδημα, εκτιμάται στο 28,8%.
- Οι κοινωνικές μεταβιβάσεις (συμπεριλαμβανομένων των συντάξεων) αποτελούν το 44,6% του συνολικού ισοδύναμου διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών της Χώρας, εκ του οποίου οι συντάξεις αναλογούν στο 44,0%, ενώ τα κοινωνικά επιδόματα στο 4,6%.
Δ. Χαρακτηριστικά πληθυσμού σε κίνδυνο φτώχειας
- Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας είναι υψηλότερο στις γυναίκες σε σχέση με τους άνδρες, συγκεκριμένα 23,8% και 22,4%, αντίστοιχα.
- Τα μονοπρόσωπα νοικοκυριά με θήλυ μέλος απειλούνται από τη φτώχεια σε ποσοστό 22,9%, ενώ τα αντίστοιχα με άρρεν μέλος σε ποσοστό 21,8%.
- Ο κίνδυνος φτώχειας για άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών υπολογίζεται σε 15,1%, ενώ για άτομα ηλικίας έως 17 ετών σε 28,8 %.
- Ο κίνδυνος φτώχειας για άτομα ηλικίας άνω των 75 ετών υπολογίζεται σε 17,2%, ενώ για άτομα ηλικίας κάτω των 75 ετών σε 23,7%.
- Ο κίνδυνος φτώχειας των μονογονεϊκών νοικοκυριών με, τουλάχιστον, ένα εξαρτώμενο παιδί ανέρχεται σε 37,2%, ενώ ο αντίστοιχος δείκτης για τα νοικοκυριά με δύο γονείς και ένα εξαρτώμενο παιδί ανέρχεται σε 20,2%.
- Οι εργαζόμενοι κινδυνεύουν λιγότερο από τους ανέργους και τους οικονομικά μη ενεργούς (συνταξιούχους, νοικοκυρές κλπ.). Το ποσοστό κινδύνου φτώχειας στους εργαζομένους ανέρχεται σε 13,1% (άνδρες 13,4% και γυναίκες 12,6%), στους λοιπούς οικονομικά μη ενεργούς (δεν περιλαμβάνονται οι συνταξιούχοι) σε 30,2% και στους ανέργους σε 46,5%.
- Ο κίνδυνος φτώχειας για τους εργαζομένους με πλήρη απασχόληση ανέρχεται σε 10,7%, ενώ για τους εργαζομένους με μερική απασχόληση ανέρχεται σε 27,0%.