Ο Τάσος (ΤΑΖ) Θεοδωρόπουλος, παρατηρεί την Κωνσταντίνα Σπυροπούλου και αναρωτιέται πόσο ντεκαπάζ απορροφάει ένας εγκέφαλος την ώρα που αποδεδειγμένα, δεν έχει μεγάλη χωρητικότητα.
Προσπαθώ να εξηγήσω το μυστήριο της τηλεοπτικής ξανθιάς με βιβλικούς όρους, γιατί δεν νομίζω να υπάρχει ορθολογική απάντηση. Πάνω σε μια διακαναλική σταθερή αξία που όμως ακολουθεί τις επιταγές της κρίσεως: Κοινώς κάθε φέτος και πιο φτηνά....
Με αποτέλεσμα, φαινόμενα όπως η Ελένη Μενεγάκη και η Κορομηλά, να έχουν αποκτήσει πλέον της αίγλη παλιάς πανάκριβης χολιγουντιανής ταινίας. Κάτι σαν την Κλεοπάτρα αλλά με ντεκαπάζ. Οι δύο φετινές γκράντε και ντεγκραντέ είσοδοι στο χώρο αποδεικνύουν του λόγου το αληθές όσον αφορά τη βιβλική κατάρα του Φαραώ που παράγει ξανθιές με το iq ακρίδας (για να είμαι και πιστός στο κλίμα των ημερών).
Μολονότι η μία, η κα Δούκισσα Νομικού, θα μπορούσε και λόγω αδιαμφισβήτητου φυσικού κάλλους και λόγω πτυχίου από την ΑΣΟΕΕ να κάνει τη διαφορά. Χωρίς να ομολογεί με παρθενική αθωότητα πως δεν ήξερε ότι οι εύζωνοι είναι οι τσολιάδες στο φακό του «Όλα Μπάχαλο».
Δίνοντας ακόμα ένα πλήγμα στο πρεστίζ της ελληνικής πανεπιστημιακής παιδείας και την σφαιρική μόρφωση των πτυχιούχων. Προκειμένου να αποδείξει αυτό που ξέρουμε όλοι: Ότι κούκλα μου Μεναγάκη δεν γίνεσαι, γεννιέσαι, γιατί άμα προσπαθείς να γίνεις με το στανιό, μοιάζεις με τον Ζαχαράτο όταν τη μιμείται (χωρίς καν το ταλέντο του συμπαθέστατου Τάκη).
Η δεύτερη είσοδος στο τηλεοπτικό τοπίο, είναι και η πλέον αγαπημένη μου. Και η πιο διεθνής. Γιατί όταν μιλάει σου θυμίζει πρωταγωνίστρια βραζιλιάνικης σαπουνόπερας σε μεταγλώτιση. Τα κινούμενα σχέδια της Κάντι Κάντι, τη Μάγια τη Μέλισσα, τον Φρου Φρου και τις ειδήσεις στη νοηματική, όλα μαζί.
Δεν ξέρω ποιος και γιατί σκέφτηκε να μας χαρίσει την παρουσία της Κωνσταντίνας Σπυροπούλου στο «Μεσ’ την καλή χαρά». Ή μάλλον ξέρω αλλά ας αφήσω και λίγη δουλειά στα κουτσομπολίστικα περιοδικά, το ρεπορτάζ του σουμιέ Βερσαλλιών δεν είναι το φόρτε μου.
Υποθέτω πως η παρουσία της είναι για τον Alpha, απωθημένο από την εποχή της γερμανικής του διοίκησης. Γιατί μόνο κάποιος με ψυχολογία SS, θα είχε σκεφτεί τέτοιο βασανιστήριο για τον θεατή. Και όχι μόνο για το θεατή, γιατί με μια πιο διεισδυτική ματιά, όποτε το ανοίγει η Κωνσταντίνα κι από το στόμα της βγαίνει η άλλη βιβλική καταστροφή, μόνο «Μεσ’ την Καλή Χαρά» δεν είναι οι υπόλοιποι συντελεστές του σόου.
Ο Θέμης Γεωργαντάς το ρίχνει στα τσίπουρα για να ξεχάσει και η Ναταλία Γερμανού ενσωματώνει στην κινησιολογία και τα χαρακτηριστικά της όλους τους στίχους των πονεμένων καψουροτράγουδων που έχει γράψει. Παρακολουθώντας την στις πρώτες εκπομπές, ήμουν πεπεισμένος πως έχει προσληφθεί με κάποιο ειδικό, επιδοτούμενο πρόγραμμα του ΟΑΕΔ για άτομα με ειδικές ανάγκες, προκειμένου να καλυφθεί μέρος του κοστολογίου της εκπομπής. Στη συνέχεια κατάλαβα πως δεν είναι έτσι τα πράγματα.
Λογικό σε αυτό το σημείο αναγνώστη, με βάση το κουλτουροπροφίλ προφιτερόλ μου, να με ρωτήσεις τι δουλειά έχω να βλέπω «Μεσ’ την καλή χαρά». Βασικά όπως το είπες, είναι η δουλειά μου (ναι, πέρα από όλα μου τα κουσούρια είμαι και τηλεκριτικός). Δεν είναι ένα είδος προγράμματος που συνειδητά θα καθόμουνα να δω για να περάσει η ώρα μου, όμως πλάκα πλάκα, όταν το βλέπω, περνάει. Όλοι μας έχουμε δικαίωμα στην ελαφρότητα, και αν μη τι άλλο εν προκειμένω η ελαφρότητα του προγράμματος έχει πλάκα.
Επειδή δεν προσπαθεί να Τατιανίσει με σοβαρές κοινωνικές προθέσεις της χαροκαμένης, κι επειδή ακόμα και μέσα στην pop κατινιά του θέματος, δεν παθαίνει το κακιασμένο σύνδρομο Ελεονώρας Μελέτη – μάγισσα Φούρκα «θα σας δείξω εγώ».
Είναι σαν τα ποπάκια - χιτάκια της Γερμανού, «περνάμε καλά κι αν δε μας βγαίνει η ρίμα λέμε και καμιά μαλακία να δέσει το κουπλέ». Πράγμα που το γουστάρω. Μέχρι τη στιγμή που το ρόλο του «λέμε μαλακίες» τον αναλαμβάνει η Σπυροπούλου. Η οποία μπροστά στο φακό αισθάνεται πως πρέπει και να πει προεδρικό διάγγελμα (με τραυλισμό) και να περάσει την ερωτική εντύπωση ότι από κάτω φοράει καυτό baby doll και είναι η εγγόνα της Μπάρμπι.
Κι αφού λέει το κουλό, και παρατηρεί (γιατί χαζή δεν είναι) πως έχουν πέσει τα σαγόνια των υπολοίπων που προσπαθούν να μαζέψουν τα αποκαϊδια του πλατό, στριτζώνει που δεν αναγνώρισαν τη μεγαλοφυΐα της. Και αρχίζει τις ντεμέκ κακιούλες σε ρόλο μαθήτριας της ψυχολογου Τένιας Μακρή. Ναι αυτής της καλής κυρούλας, που όποτε έβλεπε δυστυχισμένο δίπλα της, έπαιρνε το καλοσυνάτο ύφος της μάγισσας από το Χάνσελ και Γκρέτελ.
Διάβαζα μια συνέντεύξη της στο Τηλέραμα (ναι, το παίρνω για τον Σουλεϊμάν) κι έβγαινε η στρίντζα μεσ’ το μέλι του πιαρίστα: «Η Ναταλία μου βγάζει έναν άνθρωπο που έχει πληγωθεί πολύ και το εκφράζει». Ελεύθερη μετάφραση: «Η Ναταλία στην κάμερα βγαίνει σαν κακομοίρα και καλά θα κάνουν να την τζάσουν γιατί χαλάει το fun που αντιπροσοπεύω εγώ κα τα θεληματικά μου χείλη-μάτια-χαμόγελο διαφήμιση οδοντόκρεμας Ούλοβα – Μπαγκς Μπάνι».
Αγαπητή μου Κωνσταντίνα, υπάρχει ένα μαγικό συστατικό στο να επιδιώκεις μια καριέρα σαν σανδάλι. Αφ’ ενός να είσαι ανατομικό, αφ’ ετέρου να μην κονταροχτυπιέσαι με τη γόβα, γιατί αυτή έχει στιλέτο κι εσύ είσαι flat για προκαθορισμένες εύκολες διαδρομές. Όταν όμως προσπαθείς διακαώς να μας πείσεις ότι είναι μόδα να ανεβαίνεις τσαχπίνικα με το τσόκαρο την οροσειρά της Πίνδου κι αυτό όλο το θεωρείς στρατιωτική, ετοιμόπολεμη ενδυμασία, τότε αγαπούλα μου το ναρκοπέδιο είναι όλο δικό σου.
Σαν ντεφιλέ του Νίκος – Τάκης και του Κωστέτσου με το σκυλάκι του αγκαλιά. Δυστυχώς στην περίπτωση σου, μεταδίδεται και σε ζωντανή ψηφιακή μετάδοση, ώστε να μην υπάρχει η παραμικρή περίπτωση να μπερδέψουμε τη φτέρνα σου με το στόμα σου όταν το ανοίγεις.
YΓ: Όταν λέτε ότι δεν σας πειράζουν οι αρνητικές κριτικές είναι προφανώς η μόνη σας ειλικρινής στιγμή. Είναι φανερό νομίζω πως χρησιμοποιείται με επάρκεια το μπούστο σας σαν αερόσακο για τις συγκρούσεις.